Μύηση και αναθήματα
Στην Αίθουσα Δ εκτίθενται αναθήματα και υλικό από τα κτίρια της μυστηριακής λατρείας στην κεντρική ρεματιά του Ιερού των Μεγάλων Θεών, κυρίως από την Αίθουσα Τελετουργικού Χορού και το Ἱερόν. Επίσης, παρουσιάζεται ο Δυτικός Λόφος, όπου βρίσκονταν τα κτίρια στέγασης/εστίασης των επισκεπτών/μυημένων, και αναθηματικά μνημεία. Ανάμεσα στα πρώτα κυριαρχεί η Στοά και διάφοροι χώροι εστίασης, ανάμεσα στα τελευταία ξεχωρίζει το Νεώριο και ο Περίβολος της Νίκης. Εδώ, εκτίθεται για πρώτη φορά μία επιλογή ευρημάτων των τελευταίων δεκαετιών από το Μνημείο της Νίκης. Τέλος, γίνεται αναφορά στο προελληνικό παρελθόν της λατρείας στο Ιερό των Μεγάλων Θεών.
Η μύηση στη Σαμοθράκη
Kεντρική τελετουργία των μυστηρίων ήταν η μυητική διαδικασία. Στη Σαμοθράκη όσοι έπαιρναν μέρος στην τελετουργία για πρώτη φορά ονομάζονταν μύσται, που προέρχεται από το ρήμα μύω και σημαίνει «κλείνω», το οποίο σχετίζεται με τα μάτια κάποιου. Έτσι, οι μύσται είχαν δεμένα τα μάτια σε αντίθεση με τους ἐπόπτας (θεατές), οι οποίοι συμμετείχαν για δεύτερη φορά στην τελετουργία. Η διαδικασία της συμμετοχής στην τελετουργία ως μύστης ονομαζόταν μύησις. O όρος μύησις αναφερόταν επίσης σε μία καθαρτήρια τελετή πριν από την καθαυτό μύησιν. Στη Σαμοθράκη αυτή η προκαταρκτική μύησις ίσως είχε τη μορφή της τελετής της θρονώσεως. Τα μυστήρια γίνονταν νύχτα και συνδέονταν με μία εμπειρία που προκαλούσε φόβο και έμοιαζε με θάνατο. Στην κορύφωση της τελετής των μυστηρίων της Σαμοθράκης οι μύσται έβλεπαν ένα ιερό φως. Πιστεύεται ότι η τελετή αναφερόταν στην ένωση ενός άνδρα και μιας γυναίκας, όπως την περιγράφει ο μύθος με τον γάμο του Κάδμου και της Ἁρμονίας. Η νεότερη έρευνα συνέδεσε την μύησιν και την ἐποπτείαν με την Αίθουσα Τελετουργικού Χορού.
Συνοδευτικά της μύησης
Τα σιδερένια δαχτυλίδια είχαν μία ιδιαίτερη, μαγική σημασία στη λατρεία της Σαμοθράκης. Εκείνο που συνέδεε τα σιδερένια δαχτυλίδια με το Ιερό των Μεγάλων Θεών ήταν οι μαγνητικές τους ιδιότητες, που βεβαίωναν τον δεσμό ανάμεσα στους Μεγάλους Θεούς και τους μυημένους. H αφθονία των πήλινων λυχναριών, μερικά από τα οποία φέρουν το μαγικό αρχικό των Μεγάλων Θεών Θ ή το μονόγραμμα ΘΕ, δείχνει ότι σε κάποιο σημείο των τελετών κάθε μυούμενος κρατούσε ένα λυχνάρι. Οι ανασκαφές έχουν δώσει πολλά στοιχεία για συμπόσια στο Ιερό των Μεγάλων Θεών. Το συνηθέστερο σχήμα αγγείου πόσης είναι ο κάνθαρος, συχνά εγχάρακτος με το μαγικό αρχικό των Θεών. Στην Ελληνιστική περίοδο, απλά κωνικά κύπελλα με ένα εγχάρακτο (πριν το ψήσιμο) Θ στο κέντρο τους είναι πολύ συνηθισμένα.
Θράκες και Έλληνες
Η Ελληνική παρουσία στη Σαμοθράκη ανάγεται στον 7ο αι. π.Χ., σύμφωνα με τις ενδείξεις για Έλληνες Αιολείς που έρχονται στο νησί ίσως από την Τρωάδα. Η χαρακτηριστική γραπτή κεραμική, γνωστή ως κεραμική G 2-3, και δύο Αιολισμοί σε μία επιγραφή από την πόλη της Σαμοθράκης, αποτελούν επιχειρήματα που υποστηρίζουν την υπόθεση αυτή. Όμως, τα δεδομένα τεκμηριώνουν Ιωνικό αποικισμό του νησιού από Σαμιώτες αποίκους στο πρώτο μισό του 6ου αι. π.Χ. Σε κάθε περίπτωση, ο πληθυσμός που οι Έλληνες βρήκαν εδώ ήταν Θρακικός.
Η πολύ γνωστή ομάδα των κεραμικών επιγραφών από το Ιερό των Μεγάλων Θεών, που χρονολογείται από τον 6ο μέχρι τον 1ο αι. π.Χ., θεωρείται ότι δείχνει την ειρηνική συνύπαρξη του προ-Ελληνικού Θρακικού πληθυσμού με τους Έλληνες αποίκους. Εβδομήντα πέντε από αυτές, μία σε λαβή χάλκινου σκεύους, καθώς και μία ασβεστολιθική στήλη είναι χαραγμένες με Ελληνικούς χαρακτήρες, αλλά όχι σε Ελληνική γλώσσα. Πρόκειται πιθανόν για τη γλώσσα στην οποία αναφέρεται ο Διόδωρος Σικελιώτης: «οι αυτόχθονες κάτοικοι χρησιμοποιούσαν μία αρχαία γλώσσα η οποία τους χαρακτήριζε και της οποίας πολλές λέξεις διατηρούνται μέχρι σήμερα στην τελετουργία και τις θυσίες τους».
Η γλώσσα αυτή ταυτίζεται με τη γλώσσα που χρησιμοποιούσαν οι Θράκες της Σαμοθράκης πριν την άφιξη των Ελλήνων. Αυτές οι Θρακικές επιγραφές χρονολογούνται από τον 6ο μέχρι το τέλος του 4ου – αρχή του 3ου αι. π.Χ. και είναι πιθανόν ότι η παλιά διάλεκτος χρησιμοποιούνταν ως λειτουργική ιερή γλώσσα στις θρησκευτικές τελετές, αλλά είχε πάψει να είναι ζωντανή γλώσσα ήδη από το τέλος του 4ου αι. π.Χ.
Οι Ελληνικές κεραμικές επιγραφές καλύπτουν μία περίοδο που εκτείνεται από τον 4ο μέχρι τον 1ο αι. π.Χ. Οι περισσότερες από τις μη-Ελληνικές επιγραφές είναι απλοί προσδιορισμοί της ιδιοκτησίας των Θεών ή αναθέσεις.
Η Θρακική επιγραφή σε λίθο θα μπορούσε να αποτελεί έναν κατάλογο ονομάτων, όπως οι πολλοί μεταγενέστεροι κατάλογοι μυημένων και θεωρῶν σε Ελληνικές επιγραφές. Η πλειονότητα των Ελληνικών κεραμικών επιγραφών εμφανίζουν μόνο το αρχικό Θ ή τα δύο πρώτα γράμματα ΘΕ της λέξης ΘΕΩΝ, αποτελώντας επίσης προσδιορισμούς της θεϊκής ιδιοκτησίας.
Η Αίθουσα Τελετουργικού Χορού, η ζωφόρος της και η αναστήλωση του θριγκού της νοτιοανατολικής γωνίας
Η κατασκευασμένη από Θασίτικο μάρμαρο Αίθουσα Τελετουργικού Χορού είναι το μεγαλύτερο και πρωιμότερο από τα μαρμάρινα κτίρια του Ιερού των Μεγάλων Θεών και είχε πιθανό αναθέτη (γύρω στο 340 π.Χ.) τον Φίλιππο Β΄ της Μακεδονίας. Στα βορειοδυτικά του κτιρίου, ένα κομψό, βαθύ Ιωνικό προστώο με κίονες, που είχε το κεντρικό του τμήμα σε εσοχή, αποτελούσε πρόσβαση σε δύο επιμήκη ορθογώνια κλίτη.
Η ζωφόρος που περιβάλλει ολόκληρο το κτίριο απεικονίζει πομπή νέων γυναικών που χορεύουν. Οι χορεύτριες φορούν τελετουργικό ένδυμα και σχηματίζουν αντικριστά ζευγάρια, ενώ κρατάει η μία την άλλη στον καρπό. Η παράσταση των χορευτριών διαρθρώνεται σε ομάδες κάθε μία από τις οποίες αποτελείται από μία μουσικό που ακολουθείται από χορεύτριες. Οι μουσικοί χορεύουν και κινούνται μπροστά οδηγώντας τις χορεύτριες με τον ήχο των οργάνων τους (κιθάρα, αυλός και τύμπανο).
Η αναστήλωση του θριγκού της νοτιοανατολικής γωνίας του κτιρίου αποτελείται, από κάτω προς τα πάνω, από το επιστύλιο με τρεις ταινίες (σύγχρονο μαρμάρινο αντίγραφο), τη ζωφόρο, τη ζώνη των γεισηπόδων, και το γείσο-σίμη που είναι σκαλισμένα στον ίδιο λίθο. Ο γωνιακός λίθος της ζωφόρου διατηρείται σε όλο το μήκος του: εννέα νέες γυναίκες που χορεύουν κινούνται προς τα δεξιά στη μακριά (ανατολική) πλευρά, και τρεις ακόμα κινούνται προς τα δεξιά στη στενή (νότια) πλευρά. Στη μακριά πλευρά, οκτώ χορεύτριες ακολουθούν μία μουσικό που παίζει κιθάρα. Πάνω από τη ζωφόρο βρίσκεται ο γωνιακός λίθος με τέσσερις γεισήποδες. Ακολουθεί πάνω ο καλά διατηρημένος γωνιακός λίθος της στέγης. Η πλευρική σίμη ήταν διακοσμημένη με ανάγλυφη βλαστόσπειρα που περιλάμβανε άνθη, μπουμπούκια και ελικοειδείς πλοχμούς, πλαισιωμένα από λεοντοκεφαλές υδρορρόες. Τέλος, τοποθετήθηκε στη θέση της η ορθογώνια βάση του νοτιοανατολικού ακρωτηρίου.
Το Ἱερόν
Το Ἱερόν ονομάστηκε έτσι εξαιτίας μιας απαγορευτικής επιγραφής (ἀμύητον μὴ εἰσιέναι εἰς τὸ ἱερόν). Οι τελευταίοι ανασκαφείς του, P. και K. Lehmann, συμπέραναν ότι το Ἱερόν ήταν το κτίριο του δεύτερου σταδίου της μύησης, της ἐποπτείας. Πάντως, το κτίριο ίσως συνδεόταν με τη λατρεία των Μεγάλων Θεών – Καβείρων. Όσον αφορά την τελετουργία μέσα στο Ἱερόν, οι πλευρικοί πάγκοι του σηκού και ένας αποχετευτικός αγωγός παραπέμπουν σε συμπόσια και καθαρτήριες τελετουργίες.
Το κύριο σώμα του Ἱεροῦ χρονολογείται στο πρώτο τέταρτο του 3ου αι. π.Χ. Το προστώο και ο πρόναος μαζί με τα συνοδά γλυπτά ολοκληρώθηκαν στο δεύτερο μισό του 3ου αι. π.Χ. και τα ελληνιστικά ακρωτήρια χρονολογούνται στον 2ο αι. π.Χ. Μία διπλή Δωρική κιονοστοιχία οδηγεί σε έναν μακρύ σηκό. Η κεραμοσκεπής στέγη διακοσμούνταν στην κορυφή με ακρωτήρια σε μορφή άνθινων μοτίβων, ενώ στις γωνίες υπήρχαν γλυπτές μορφές Νίκης (Αίθουσα Α). Και τα δύο αετώματα περιείχαν γλυπτές μορφές, το βόρειο ολόγλυφες και το νότιο ανάγλυφες. Τα καλύμματα των φατνωμάτων της μαρμάρινης οροφής του προνάου διακοσμούνταν με ανάγλυφες παραστάσεις που περιλάμβαναν μορφές κενταύρων σε καλπασμό. Λίγο πριν το κέντρο του σηκού υπήρχε μία ἐσχάρα (εστία για θυσίες).
Ο Δυτικός Λόφος
Η περιοχή του Δυτικού Λόφου περιλαμβάνει κατασκευές δυτικά της κεντρικής ρεματιάς που εκτείνονται σε τέσσερις τοπογραφικές ενότητες:
1. Το επίπεδο της Στοάς, με τον Περίβολο της Νίκης και το Θέατρο
Η Νίκη της Σαμοθράκης στεφάνωνε το ψηλότερο σημείο του Iερού των Μεγάλων Θεών. Το Θέατρο συνέδεε την κεντρική κοιλάδα με το επίπεδο της Στοάς. Η Στοά (μέσα 3ου αι. π.Χ.) λειτουργούσε σε στενή σχέση με το Θέατρο, το Μνημείο της Νίκης και τις εγκαταστάσεις εστίασης. Έχει ανατολικά μία πρόστυλη πρόσοψη με 35 Δωρικούς κίονες και μία εσωτερική κιονοστοιχία 16 Ιωνικών κιόνων. Το άνδηρο ανατολικά της Στοάς αποτελούσε χώρο έκθεσης αναμνηστικών και αναθηματικών μνημείων.
2. Tα μνημεία του μεσαίου ανδήρου
Το Νεώριο (β΄ τέταρτο του 3ου αι. π.Χ.) είχε σχεδιαστεί για να στεγάσει ένα μικρό πολεμικό πλοίο (ἡμιολὶς ή λέμβος) που ανατέθηκε στους Μεγάλους Θεούς ίσως από τον Αντίγονο Γονατά. Το Ἑστιατόριον (3ος αι. π.Χ.) ήταν χώρος για φαγητό και ποτό που είχαν σχέση με τις τελετουργίες της μύησης.
3. Tα μνημεία στη χαμηλότερη βόρεια πλαγιά
Το Ανάθημα Μιλησίας (β΄ μισό του 3ου αι. π.Χ.) ήταν κτίριο συμποσίων, χορηγός του οποίου ήταν μία γυναίκα από τη Μίλητο. Αυτό το κτίριο, όπως και το Νεώριο, αντανακλά Μακεδονικές αρχιτεκτονικές πρακτικές.
4. Oι εγκαταστάσεις εστίασης και λατρείας ανατολικά της Στοάς
Η στενή λωρίδα γης ανάμεσα στο Κεντρικό Ρέμα και την κορυφή του Δυτικού Λόφου έπαιζε σημαντικό ρόλο στην εμπειρία του μυούμενου. Η περιοχή αυτή, η οποία περιλάμβανε κυρίως χώρους εστίασης, βρισκόταν σε συνεχή χρήση από τον 4ο αι. π.Χ. μέχρι τον 4ο αι. μ.Χ.